..σκέφτομαι και γράφω.

23.11.10

23 νοέμβρη



Ο χρόνος κύλησε όπως μου είχε υποσχεθεί.
1 χρόνος ακριβώς, σαν σήμερα.
Απάλυνε μα δε γιάτρεψε τις πληγές. Συνέχιζεις να μου λείπεις με διαφορετική ένταση κάθε φορά.
Τέτοια μέρα πέρσι είδα για τελευταία φορά τα μάτια σου.
Κι όμως εκείνη η μέρα είχε ξημερώσει σαν όλες τις άλλες, καμία διαφορά.
Ξύπνησα, ήπια καφέ, είδα τους φίλους μου, γέλασα, γύρισα σπίτι και σε 'χασα. Γρήγορα και ξαφνικά αποφάσισες να φύγεις το βράδυ εκείνης της Δευτέρας.
Έκλεισες τα μάτια σου και όλους εμάς απ' έξω.
Διακριτικός και ήσυχος, όπως ήσουν πάντα άλλωστε.
Τότε κλήθηκα να αντιμετωπίσω ένα διαφορετικό είδος απουσίας και έλλειψης.
Ποτέ μου δεν μπόρεσα τους αποχαιρετισμούς και πόσο μάλλον όταν είναι παντοτινοί και μη αναστρέψιμοι.
Ένιωθα σαν η απουσία και η θλίψη να 'χουν πάρει μορφή και ύλη και να με πατάνε στο στήθος, να λιγοστεύουν την ανάσα μου. -σκληρό-.
Σαν γνήσιο παιδί εργαζόμενων γονιών μεγάλωσα με τη γιαγιά και το παππού.
Τα πρωϊνά μου μύριζαν φρεσκοψημένα κουλουράκια (τα τσάκιζα) και τηγανίτες με μέλι. Πάντα το γάλα μου ήταν ζεστό και ξέχειλο (μπλιάχ).
-Δε το θέλω ρε παππού σου λέω βρωμάει !
Μου έταζες γλειφιτζούρια και παιχνίδι στις κούνιες της γειτονιάς.
Έκλεινα τη μύτη μου και το ρουφούσα.
Δε με ξεγέλασες ποτέ, ήμασταν φίλοι, κάναμε συμφωνίες και τις τηρούσαμε, δίναμε τα χέρια.
Και έπειτα ήλιος εσύ στο παγκάκι να με κοιτάς και εγώ να φιγουράρω στη πιο ψηλή τσουλήθρα.
-Λίγο ακόμη μωρέ !
Μου είχες μεγάλη αδυναμία σε κρατούσα εκεί με τις ώρες.
Μέχρι που ήρθαν τα σχολικά χρόνια, εμείς παραμέναμε αχώριστοι.
Εσύ μου κουβαλούσες την τσάντα που ήταν μεγαλύτερη απο μένα.
Με καλημέριζες και με πήγαινες στη δασκάλα. Γυρνούσα και σου έλεγα με λαχτάρα τα νέα και τα κατορθώματά μου απο τη μέρα στο σχολείο.
-Όλα Α' παππού !
Εσύ μου χαμογελούσες και με έπαιρνες αγκαλιά. Τεράστια αγκαλιά.
Με συμβούλευες και σε κοιτούσα στα μάτια. Αυτά τα μεγάλα γελαστά σου μάτια πίσω απο τα γυαλιά. -Ακόμη είναι στο κομοδίνο σου, κανείς δε τα 'χει πειράξει-.
Και μετά μεγάλωσα και εγώ και εσύ.
Σπουδές, επιτυχίες, διακρίσεις πόσο χαιρόμουν που σε έκανα περήφανο.
Όπως τότε -Όλα Α' παππού.
Έχω τόσα μα τόσα πολλά να θυμάμαι από σένα. Τα χειμωνιάτικα απογεύματα που φτιάχναμε με τις ώρες παζλ στο χαλί, τους καλοκαιρινούς περίπατους στη θάλασσα όταν έπεφτε ο ήλιος μαζεύαμε πεταλίδες -θυμάσαι;- τις βόλτες με τα ποδήλατά μας σε ολάνθιστους δρόμους με μαργαρίτες, τις μαγειρικές συνταγές μας πάντα μας μάλωνε η γιαγιά -αυτό το θυμάσαι σίγουρα-.
Δε θέλω να μιλάω για σένα σε παρελθοντικό χρόνο, είσαι μέσα και δίπλα μου κάθε στιγμή. Και θα είσαι.
Είσαι ο βασικός ήρωας των παιδικών μου χρόνων και όχι μόνο.
Σε κρατάω μέσα μου, σε φυλάω και σε σκέφτομαι.
Ότι αγαπάς δεν τελειώνει λέει ένα τραγούδι και εγώ σ'αγαπώ πολύ.

Μου λείπεις πάντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου