..σκέφτομαι και γράφω.

24.10.13

τα απαγορευμένα.

..Νιώθω απαλλαγμένη απ'την ευθύνη της αντίστασης,
σωσμένη απ΄την αδυναμία μου να κάνω κάτι.
Κι αφήνομαι μέσα σ΄αυτή την ομολογία μου να αιωρούμαι. Να με πηγαινοφέρνει, να με γεμίζει δειλά με μιαν ανεπίτρεπτη ευτυχία που ντρέπομαι να δεχτώ.
Της αντιστέκομαι για να της παραδοθώ στο τέλος.
Τούτη η γεύση που εισβάλλει στη ζωή μου με παρασύρει.
Δεν είναι ηθική αυτό. Δεν πρέπει να κάνεις, ακόμα και να σκέφτεσαι, κάτι που ντρέπεσαι να εμφανίσεις στο φως της μέρας.
Η ηθική μετριέται ακριβώς εδώ. Στο ότι κανείς δε σε ελέγχει εκτός από τη συνείδησή σου.
Αυτό το ανεξέλεγκτο των άλλων είναι το μέτρο.
Είναι θρασύδειλο να αλωνίζεις πίσω από τη πλάτη της κριτικής σου.
Οι πράξεις μας άλλωστε δεν είναι μόνο εξωτερική δράση, είναι κυρίως σκέψεις, προθέσεις, αισθήματα που σιγοβράζουν εντός μας.
Αυτά καθορίζουν τη στάση μας, αυτά περισσότερο καθορίζουν τη πορεία μας.
Και μετά από μια ευπρεπή, λογική και αξιοπρεπή μάχη, παραδίνομαι με την ανακούφιση εκείνου που δεν έχει πια να ελπίσει στην πάλη και εγκαταλείπεται επιτέλους στη σωτηρία της ήττας του.  

17.10.13

τα φθινοπωρινά.

Η πλάτη μου με κουράζει, τα χέρια μου κρυώνουν μες στις τσέπες της ζακέτας μου, ο σκύλος πάντα πιο μπροστά από μένα, έχει μάθει τη διαδρομή μας, αυτή του φθινοπώρου που οδηγεί στη θάλασσα. Τα μαλλιά μου ανήκουν στον αέρα, όχι σε μένα.
Σούρουπο, συννεφιά. Δε χαμογελώ, σκέφτομαι.
Σκέφτομαι μπερδεμένα κ φωναχτά ενίοτε. Είναι κ αυτή η μουσική στα αυτιά μου.
Το παρελθόν αγαπιέται μόνο ως παρελθόν, αν το κάνεις παρόν το αδικείς, αν το κάνεις μέλλον το σκοτώνεις.
Έχω πια συμφιλιωθεί με τη σκέψη ότι κάποια πράγματα δεν θα αλλάξουν, σταμάτησα να καίω ευχές.
Άλλωστε υπάρχουν δύο κατηγορίες συναισθηματικών καταστάσεων, αυτές που πετάς γιατί τις έζησες, τις εξάντλησες και αυτές που μαζεύεις για να τις ζήσεις.
Συμβουλή : ξεφορτώσου πρώτα τις δεύτερες.
Και κάπου εκεί ανάμεσα στις ψιχάλες που ξεκίνησαν κ στο late afternoon and you που παίζει στα ακουστικά μου, αναρωτήθηκα, μια ανάμνηση είναι κάτι που κρατάς ή κάτι που χάνεις (;)

27.8.13

καλοκαίρια.

Υπάρχει:

το καλοκαίρι
και
το καλοκαίρι, μαζί σου.

-το κακό είναι οτι κ τα δύο κάποια στιγμή τελειώνουν.-

16.8.13

Στες σκάλες.

Την άτιμη την σκάλα σαν κατέβαινα,
από την πόρτα έμπαινες, και μια στιγμή
είδα το άγνωστό σου πρόσωπο και με είδες.
Έπειτα κρύφθηκα να μη με ξαναδείς, και συ
πέρασες γρήγορα το πρόσωπό σου κρύβοντας,
και χώθηκες στο άτιμο το σπίτι μέσα
όπου την ηδονή δεν θά ’βρες, καθώς δεν την βρήκα.

Κι όμως τον έρωτα που ήθελες τον είχα να σ’ τον δώσω·
τον έρωτα που ήθελα — τα μάτια σου με το ’παν
τα κουρασμένα καί ύποπτα — είχες να με τον δώσεις.
Τα σώματά μας αισθανθήκαν και γυρεύονταν·
το αίμα και το δέρμα μας ενόησαν.

Aλλά κρυφθήκαμε κ’ οι δυο μας ταραγμένοι.
Κ.Κ

31.7.13

φορτίο

οι άνθρωποι που δε φοβούνται
το θάνατο,
κουβαλάνε 
στο πετσί τους, 
την ανατριχίλα του
"θα πέθαινα για σένα".

Λίγοι δηλαδή.

18.6.13

toi et moi

Να χορεύουμε, να σου λέω πως σου σώζω τη ζωή από τα αμάξια που πάνε να σε πατήσουν, να σε παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, να μου μιλάς στο σινεμά, να σ'αγκαλιάζω, να βρέχει, να μεθάμε, να σε ψάχνω, να ξημερώνει, να τραγουδάς στους δρόμους, να σχεδιάζω τις μέρες μας, να γελάμε νευρικά, να μαλώνουμε, βόλτες στη παραλία, να σ'αγαπάω, να χαμογελάς, να μη μ'ακούς, να βραδιάζει, να με παρατάς, ποτά, να κλείνουμε εισιτήρια, παρεξηγήσεις, ραντεβού, να σου στρίβω τσιγάρα, παγωτά, να σου λέω ιστορίες, να με φροντίζεις, να πίνεις απ'το καφέ μου, να με ρωτάς αν είμαι καλά, να σου υπόσχομαι, να κάνεις υπομονή, να με ξερπερνάς κάθε φορά.
να ζηλεύω/να θυμώνεις.
να θυμώνω/να ζηλεύεις.

εσύ/εγώ.

10.6.13

Φιλ φρι.


Δεν ξέρω και ποτέ δε θα ήθελα να μάθω γιατί είμαι "έτσι".
Μικρή εγώ,δεν ήθελα να με στείλουν στο μπαλέτο και να πιάνω κότσο τα μαλλιά μου
Από μικρή εγώ είχα την τρικυμιά μέσα μου,και πολλά πυροτεχνήματα που ανέβαιναν από το στομάχι μου στην καρδιά μου και από εκεί στο λαιμό μου και βγαίναν από μέσα μου,σε μορφή φωνής ,ίσως και τραγουδιού κι ας μη τραγουδάω όμορφα. Πάντα μου άρεσε  να γράφω ,να γράφω παντού και για τα πάντα και μετά τα έκρυβα,όπως πειρατές κρύβουν το θησαυρό τους,αλλά σίγουρη δεν είμαι και δεν ήμουν αν ήταν θησαυρός.
Εγώ έχω την φασαρία μια μεγάλης πόλης μέσα μου,με όλη την κίνησή της και την πολυκοσμία που δεν ηρεμεί ποτέ ούτε το βράδυ.
Ζω σε πολύχρωμο σπίτι,γιατί πολύχρωμος είναι ο κόσμος μου αυτός που έφτιαξα για μένα και κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ τον σκέφτομαι και τον επισκέπτομαι.Ίσως να νομίζω πώς είμαι περίεργη και κατά βάθος να είμαι ψωνισμένη απλά,αλλά ποτέ δε θα καταλάβω γιατί το περίεργο και το διαφορετικό τρομάζει τους ανθρώπους.


Μου αρέσει να λερώνω τα χέρια μου με χρώματα και πάντα στην αμμουδιά ,όσο κι αν σιχαίνομαι την άμμο,να φτιάχνω κάτι-από μια ζωγραφιά ως κι ένα μικρό κάστρο,η φαντασία δεν έχει ηλικία.Και εκεί στην θάλασσα θέλω να κολυμπάω μόνη μου  σε νερά που δεν έχουν τέλος ,να είναι ήσυχα και να ακούγεται μόνο το νερό που με τα χέρια μου και τα πόδια μου το ταράζω,ίσως καμιά φορά να ξαπλώνω ανάσκελα και να τραγουδάω-εκεί που κανένας δε με ακούει και κανέναν δεν ενοχλώ.
Και σαν "περίεργη" τολμώ να δώσω "συμβουλές",που θα'πρέπε να ακολουθώ κι εγώ....


Να αγαπάς και να προσέχεις τους "δίπλα" σου γιατί αν η ζωή είναι μικρή,ας μη την ζήσεις με μίσος.
Να περπατάς από τους δρόμους που σου αρέσουν και όχι σε αυτούς που αρέσουν σε άλλους,γιατί έτσι θα περπατάς αργά και δε θα φτάσεις ποτέ εκεί που θες.
Να τραγουδάς ακόμα κι αν έχεις άσχημη φωνή,και μες στο μπάνιο και στην κουζίνα και στο πλοίο που θα βγεις στο κατάστρωμα γιατί χωρίς μουσική είναι σα να σου κόβουν την αναπνοή.


Πότε δεν ξέρεις πόσο τα λόγια σου θα πληγώσουν κάποιον,περισσότερο από τις πράξεις σου,και έχεις νιώσει πληγωμένος ,ξέρεις πόσο δύσκολο είναι...


Και να χαμογελάς ,να χαμογελάς πολύ ,ακόμα κι αν δεν έχεις το κουράγιο να χαμογελάς,να βάζεις τα δάχτυλα σου στα χείλια σου και να φτιάχνεις ένα χαμόγελο για σένα,και μετά να το κάνεις και στα άτομα που νοιάζεσαι,είναι το καλύτερο δώρο-αυτό το αληθινό γέλιο μέσα από την καρδιά.
Και να χορεύεις πολύ ,ακόμα κι αν ο χορός σου φαίνεται τρελός για να βγάζεις την ένταση από μέσα σου και να πιάνεις και τους άλλους να χορεύουν μαζί σου,να έρθετε πιο κοντά...

Και να μην κατακρίνεις,όχι επειδή φοβάσαι ότι θα κατακριθείς ,αυτό είναι το τελευταίο που θα'πρέπε να σε νοιάζει,αλλά γιατί δε σου ταιριάζει.

17.5.13

αυπνίες μέρος 3ο.

Τις τελευταίες μέρες ρίχνω τις αλλόκοτες διαθέσεις μου στον καιρό.
Αλλόκοτος και αλλοπρόσαλος και αυτός.
Δε ξέρει τι θέλει πια. Όποτε φορτώνω εκεί  τα νεύρα μου, τις αντιδράσεις μου και τις μελαγχολίες μου. Μα όταν τα βράδια έρχεται και ησυχάζει, πανικοβάλλομαι.
Χάνω το άλλοθι μου.
Τότε άλλοτε με ενοχλούν τα αστέρια και άλλοτε τα ποτά, που είναι πολλά.
Και μετά τα ρίχνω σε μένα. Πόσο χαζή. Εγκλωβίστηκα στο χρόνο γιατί φοβήθηκα να του δώσω συναίσθημα. Σε κάθε χτύπο του ρολογιού, μου ζητώ συγνώμη.
Ο χρόνος θα έκρινε, θα γιάτρευε ή θα πονούσε. Αλλά δεν έχει τη δύναμη να διορθώνει λάθη που δεν έγιναν. Δεν ξέρω αν η αντίδρασή σου θα ήταν πληγή ή ευτυχία.
Και πάντα πριν κοιμηθώ τα ρίχνω σε σένα.
Που πούλησες το μυαλό σου και αγόρασες το δικό μου.
Και δεν είναι που φοβάμαι το πείσμα σου, αλλά αυτό των αναμνήσεων καμιά φορά.
Και μετά δεν κοιμάμαι.

22.4.13

καπως ετσι.

Στο τέλος γέλασα.
Γελάς όταν σε ταπεινώνουν.
Μονόδρομος.
Αλλιώς η τρέλα.
Εμμονικά σε ξέχασα.
Εμμονικά σε ήθελα.
Κάποτε.
Τώρα μείνε να βρεις την άκρη.
Εσύ με την ερώτηση.
Εγώ με την απόρριψη.
Δεν ξέρω πως αλλιώς να (σ)τα πω.

9.4.13

μπερδέματα

Μπερδεύτηκα ανάμεσα στις μνήμες και στα όνειρα/ μέτρησα ερήμους μοναξιάς/
βούτηξα σε ποταμούς δακρύων/ κοιμήθηκα σε σκοτάδια που μόνο ένα παιδί ξέρει/
κοίταξα μέσα από τόσα ραγισμένα παράθυρα/ απόλαυσα το δηλητήριο της αγάπης/
μάζεψα καρπούς τιμωρίας/ πίστεψα στην αλήθεια που κρύβει το ψέμα/
αγάπησα το λευκό του πόνου, το χρώμα του πάγου/ ζητιάνεψα λέξεις/
μεγέθυνα εφιάλτες του έρωτα/ αποκοιμήθηκα σε ξένες αγκαλιές/
ερωτοτρόπησα με παγίδες τις σκέψης/
Και σε όλα αυτά/ Ονειρεύτηκα το φως.
Για να μπορώ να πω μια λέξη μόνο "αγάπη μου"/ για να μπορεί να ακούγεται επίμονα και ολόκληρα από στόματα αγαπημένα.

29.3.13

σταθερές μεταβλητές.

Παράλογα επιμένουμε να πιστεύουμε πως το παρόν που ζούμε είναι παντοτινό, μόνιμο και ακίνητο και πως το τώρα προεκτείνεται μέχρι τα αιώνια.
Η μεγάλη ανθρώπινη μανία να εθελοτυφλούμε.
Όταν πονάμε, όταν αγωνιούμε, όταν γελάμε, όταν ερωτευόμαστε
"Αυτό, αυτό είναι και θα είναι πια η ζωή μου", λέμε απερίσκεπτα κι ούτε που την καταλαβαίνουμε τη συνεχή κίνηση της υδρογείου σφαίρας.
Ούτε που καταλαβαίνουμε πως αργά και σταθερά δουλεύονται οι μεταμορφώσεις της φύσης που εναλλάσσουν τις εποχές.
Υπάρχουν σημάδια για το καθετί.
Κι ας είναι κάποια γεγονότα που μοιάζουν αιφνίδια.
Και για τα πιο αιφνίδια κι απροσδόκητα φανερώθηκαν εκεί, κάποτε σημάδια.
Μόνο που εμείς δεν είμαστε ποτέ στο εκεί και στο κάποτε για να τα προσέξουμε.
Ο άνθρωπος βιάζεται να αρπάζεται απ'το εφήμερο.
Κανείς δεν μπορεί να κρατήσει σταθερότητα, μόνο οι μεταβολές μας,
θα παραμένουν μόνιμες και αδιάλειπτες.

22.3.13

δι εντ.

Τέλος οι συγνώμες
τα ρολόγια που τρελαίνονται
τέλος τα δάκρυα που δεν βγάζουν πουθενά
τέλος με τους όρκους που συνέχεια λένε ψέμματα
τέλος τα τηλέφωνα που μένουν σιωπηλά
τέλος οι ανάσες που σα σύννεφα ενώνονται
τέλος τα τραγούδια στο αυτοκίνητο και οι βόλτες
τέλος τα ξενυχτισμένα Σαββατόβραδα,
βόλτα στη βροχή τις Κυριακές και σινεμά
τέλος με τις φλέβες που χτυπούν
τέλος με τα φιλιά τα συλλαβιστά.

Φινίτο.

12.3.13

λευτεριά στην Άννα.

Ήταν ένα από τα κορυφαία κινηματογραφικά γεγονότα του 2012, αγνοήθηκε όμως επιδεικτικά από τις υποψηφιότητες στις μεγάλες κατηγορίες των βραβείων. Βραβεία που θα έπρεπε να μοιραστούν οι Βρετανοί καλλιτέχνες, που κατέβασαν τη διασημότερη κυρία της ρωσικής λογοτεχνίας απο τη βαριά κορνίζα της ταινίας εποχής. Με τη σειρά: ο σεναριογράφος Τομ Στόπαρντ (ένας απο τους κορυφαίους και όχι μόνο του βρετανικού θεάτρου), ο σκηνοθέτης Τζο Ράιτ, οι ηθοποιοί Κίρα Νάιτλι και Τζουντ Λο.
Το μυθιστόρημα του Λέοντος Τολστόι μετατράπηκε σε μοντέρνο σινεμά χωρίς να χαθεί ούτε γραμμάριο από το βάρος του πρωτότυπου έργου. Η σημερινή Άννα Καρένινα παρά την ανορθόδοξη δομή της, είναι συναρπαστική οπτική εμπειρία. Μια αναγεννημένη Άννα Καρένινα σε ένα πρωτότυπο κινηματογραφικό σύμπαν. Θυμίζει θέατρο, όμως δεν είναι. Θυμίζει μπαλέτο, δεν είναι ούτε αυτό. Θυμίζει επίσης λυρικό δράμα. Τελικά, φτιάχτηκε από θραύσματα πολλών πραγμάτων, που μετουσιώθηκαν σε μεγάλη κινηματογραφική τέχνη. Σε αυτό το σινεμά λοιπόν η ακαδημία γύρισε τη πλάτη ! Σαν οκνηρός γραφειοκράτης διέκρινε στην Άννα Καρένινα μόνο τεχνικά επιτεύγματα, φωτογραφία, μουσική, κουστούμια. Ντροπή.

(γιατί έτσι μου ήρθε, γιατί το βλέπω τρίτη φορά και γιατί παίρνω βαριά χάπια λόγω αλλεργίας, την κατανόηση σας)

13.2.13

συνέχεια στα όρια.

Ακόμα κι αν κάποτε πάλι εσύ γυρίσεις πίσω και μου ζητήσεις :
-Θα 'ρθεις μαζί μου;
-Όχι, θα ξαναπώ αμέσως.

Ίσως γιατί απο δειλία χρειάζομαι και την επικύρωση των άλλων σε όσα κάνω.
Ίσως γιατί δεν αντέχω να πηγαίνω κόντρα στο ρεύμα, ακόμα κι αν ξέρω οτι αυτό το ρεύμα δεν πάει καλά. Ίσως, ίσως..
Δεν μου απομένει παρά να ελπίζω πως ο άνθρωπος κι ο κόσμος θα αρχίσει να συνειδητοποιεί το πρόβλημα του με ελευθερία και θα ψάχνει για λύση ειλικρινή.
Γιατί δεν μπορεί να ζήσει αλλιώς.
Όλα μας ωθούν να πετάξουμε τα προσωπεία ή να ξεχαστούμε.
Να συμφιλιωθούμε με τη θέληση μας ή να χαθούμε.
Ανήκω σε μια γενιά ταλαιπωρημένη. Ταλαιπωρημένη απο την πολυτέλεια του να έχει ελευθερία ναι σκέφτεται κι απο τη μιζέρια του να μη μπορεί να πραγματώσει όσα σκέφτεται.
Κάποτε θα πάψει αυτή η μιζέρια, δε μπορεί, οι σκέψεις και οι πράξεις μας θα συμφιλιωθούν.
Οι πόθοι της εφηβείας μας δεν θα στοιχείωσουν με τα χρόνια.
Και οι σχέσεις μας θα γίνουν πιο έντιμες, πιο καλοσυνάτες. Η υποκρισία κι η σκληρότητα  δεν θα είναι η λύση των πιο αδύναμων γιατί η αλληλοκαταπίεση δεν θα έχει θέση θηριοδαμαστή ανάμεσά μας.

Όσο για μένα και για σένα,
αν είναι αλήθεια πως ξαναρχόμαστε στη ζωή όπως πιστεύουν, πως επιστρέφουμε για να ξεδιψάσουν μιας παλιάς ζωής λαχτάρες. Κάποτε δε μπορεί, εσύ και εγώ θα ξαναγυρίσουμε. Θα ξαναβρεθούμε.

-Θα 'ρθεις μαζί μου; θα ζητήσεις.
-Ναι, αμέσως θα σου πω. 

27.1.13

κυριακές

Είναι και αυτές οι Κυριακές του Γενάρη, οι γκρι.
Τις Κυριακές νιώθω οτι αγαπιόμαστε πιο πολύ ασυναίσθητα,
είναι που θέλουμε να ξορκίσουμε τα φαντάσματα του Σαββατόβραδου.
Το μεσημέρι μας, το μαγαζί μας, το τραπέζι μας, οι κούπες μας και απ'έξω ο χειμώνας.
Τα γέλια μας τα δυνατά και τα βλέμματα μας τα αληθινά.
Γνώριμα χαμόγελα και αγγίγματα.
Ανακατεμένες μυρωδιές καπνού και καφέ.
Είναι και αυτές οι Κυριακές που θαρρείς πως φτιάχτηκαν για αγκαλιές.

(γιατί εμείς δε λέμε ποτέ "γεια",
λέμε πάντα "τα λέμε το βράδυ")

19.1.13

Δεν υπάρχει έρωτας.
Ο έρωτας τρέφεται απο τη φαντασία μας
κι όταν αναγκαστεί να ζήσει στην καθημερινότητα σβήνει.
Έχω ανάγκη απο κάτι μαγικό. Τι είναι αυτό το μαγικό ; Κι όταν βρεθεί πόσο αντέχει ;
Ο χρόνος το σβήνει.
Ίσως να γνωρίσω το μαγικό, ίσως να το γνώρισα και να το έχασα ίσως και να το ξαναβρώ.
Είμαι σίγουρη οτι θα σβήσει, πάλι, κάποια στιγμή. Έτσι είμαι εγώ ; Έτσι είναι όλοι ;
Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι ζητάω ; Είμαι φτωχή απο αισθήματα ; Αναρωτιέμαι για όλα αυτά.
Τώρα όμως όχι.
Τη μαγεία θα την ψάξω μέσα μου. Θα την βρω μέσα μου.
Κάποιες φορές θα την βρίσκω, κάποιες θα την χάνω.
Αλλά πάντα προς τον εαυτό μου.
Πουθενά αλλού. Αυτό.

10.1.13

ξεκάθαρα.

Ζούμε μια ζωή σχεδιασμένη απο τις κρίσεις των άλλων.
Το τι πιστεύουν οι άλλοι, το τι ξέρουν για μας, το τι περιμένουν απο μας, είναι τα ξυλοπόδαρα που πρόθυμα σκαρφαλώνουμε πάνω τους και μετά τρεκλίζουμε περπατώντας. Προσπαθώ με κόπο να ξεκρίνω την δικιά μου, ολοκάθαρη σκέψη και επιθυμία και να την ελευθερώσω.
Αν δεν συμπίπτει με τις δικές τους τρομάζω. Με κυριεύουν αμφιβολίες και ενοχές.
Ψάχνω για στηρίγματα κι όταν δεν τα βρω με ανακούφιση την καταπνίγω και επιστρέφω να προφυλαχτώ μέσα σ' όσα οι δικοί μου άνθρωποι λένε.
Είμαστε μια μάζα συμπαγής κοινωνικής ηρεμίας που ζει τη ζωή της κάτω απο την ευλογία της γενικής αναγνώρισης. Θα ήθελα να ήμουν σίγουρη πως δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, πως τίποτα δεν μπορώ να αλλάξω. Στο όνομα τις σιγουριάς πόσες θυσίες και αβαρίες δε γίνονται. Καμία σκέψη, καμία υποψία, καμία ιδέα να μη χωρά μέσα απ' αυτούς τους δίχως παράθυρα τοίχους.
Αυτή η δυνατότητα επιλογής μιας ζωής άλλης, με τυραννά. Αυτό το μαρτύριο μιας ελευθερίας που εισέβαλε μέσα μου σαν κατάρα και ευλογία μαζί. Μισώ τις αναστολές, τις καλοσύνες, τις τύψεις, τις ευθύνες, τις υποχρεώσεις που με κρατούν δέσμια. Αιώνων πόλεμοι, αιματοχυσίες, γαλλικές επαναστάσεις, εθνεγερσίες, συνωμοσίες, απεργίες, δολιοφθορές για μια γενική ελευθερία πάντα.
Όλα μου φαίνονται εύκολα, όλα, μπροστά σ' αυτό το αβάσταχτο κάτεργο της ψυχής μας.
Ο κατήγορος οφθαλμός εντός μου που με ακολουθεί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη των ταξιδιών μου, άυπνος σαρκαστής να με ελέγχει, να με ειρωνεύεται, να με περιφρονεί.
Και εγώ που πια το πήρα απόφαση πως πια δεν γίνεται να του ξεφύγω, άλλο να μην κάνω απο το να προσπαθώ να πείσω, να εξηγήσω, να απολογηθώ σ' ένα μαρτυρικό ισόβιο μονόλογο, ισόβιος οφειλέτης πνιγμένος σε τόκους που πολλαπλασιάζονται γεωμετρικά.
Έλα όμως που η αντοχή μου έχει απάνθρωπα όρια..